ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ - Κυριακή Προ της Χριστού Γεννήσεως

 

 kiriaki pro Xristou genisis

Ἀγαπητοί μου Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Παιδιά μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπημένα,

Ὁλοκληρώνεται ἀπόψε ἡ ὁδὸς τῆς προετοιμασίας, προκειμένου νὰ βρεθοῦμε ὅλοι μαζὶ προσκυνητὲς ἐνώπιον τοῦ λίκνου τοῦ θείου βρέφους. Σὲ λίγες ὧρες θὰ ἀνοίξουν πάλι οἱ οὐρανοὶ καὶ οἱ ἄγγελοι θὰ δοξολογήσουν τὸ ὑπέρλογο θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ αἰωνίου Θεοῦ. Θὰ βιώσουμε ξανὰ τὴν εἴσοδο τοῦ Δημιουργοῦ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, τοῦ Δημιουργοῦ ποὺ εἶδε τὸ ἀγαπημένο του πλάσμα νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ Ἐκεῖνον καὶ νὰ ἀναζητᾷ τήν χαρὰ τῆς ζωῆς σὲ φρέατα συντετριμμένα καὶ πηγές ἄνυδρες.

Ἡ ἀποστασία τῶν προπατόρων μας, πλήγωσε ἀνεπανόρθωτα τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἡ ταραχή, ἡ διχόνοια, ὁ ἐγωισμός, ὁ φόβος, ἡ ἀπελπισία, ἡ ἀπληστία καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα ὁ ἴδιος ὁ θάνατος ἀμαύρωσαν τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καὶ τῆς στέρησαν τὴν ἐπαφὴ μὲ τὴν Πηγὴ τῆς ζωῆς. Στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἔμεινε ἡ μακρινὴ ἀνάμνηση τοῦ Θεοῦ πατέρα. Οἱ θρησκεῖες ὄλου τοῦ ἀρχαίου κόσμου ἀναζήτησαν ξανὰ τὸν Δημιουργό, εἴτε μὲ θυσίες, εἴτε μὲ μία δίκαιη ζωή, εἴτε μὲ τὴν προσευχή, εἴτε μὲ μυστηριώδεις ἀποκρυφιστικὲς τελετές. Πίστεψε ὁ ἄνθρωπος σὲ ἄψυχα εἴδωλα, ἀνίκανα νὰ τοῦ ἁπαλύνουν τὸν πόνο καὶ νὰ τὸν λυτρώσουν. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ὅμως δὲν θέλησε νὰ ἐγκαταλείψει ὁριστικὰ τὸ πλάσμα Του. Ἐπέλεξε τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὸ ἀληθινό Του πρόσωπο καὶ νὰ φανερώσει τὸ θέλημά Του. Ἔγιναν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἡ δική Του φωνὴ πρὸς ἕναν λαὸ πού, ἂν καὶ εὐεργετήθηκε, συχνὰ ἀποστάτησε. Κι ὅμως! Οἱ δίκαιοι, ἔστω καὶ λίγοι, δὲν ἔλειψαν ποτέ. Οἱ ὑπάρξεις τους ἔγιναν κρίκοι μιᾶς φωτεινῆς ἁλυσίδας ποὺ συνέδεσε τὸν παράδεισο μὲ τὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Τὰ ὀνόματα, τὰ ὁποῖα ἀκούσαμε στὸ πρῶτο μέρος τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἀνήκουν σὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχασαν ποτὲ ἕνα μεγαλειῶδες, ἕνα λυτρωτικὸ χαρακτηριστικό: Τὸν πόθο συνάντησης μὲ τὸν ἕναν καὶ μοναδικὸ ἀληθινὸ Θεό. Μὲ ἐπιμονὴ ἔστρεφαν πάντα τὰ μάτια στὸν οὐρανό, ἐπιδιώκοντας νὰ ἀτενίσουν τὴν ἀπρόσιτη κατοικία Του καὶ νὰ γεφυρώσουν τὴν ἰλιγγιώδη ἀπόσταση ποὺ ἔνιωθαν νὰ τοὺς χωρίζει ἀπὸ Ἐκεῖνον. Μὲ πίστη κρατοῦσαν πάντα τὴν ψυχὴ τους σταθερὰ προσηλωμένη στὴν ἀναζήτηση τοῦ μεσσία καὶ στὴν ἐλπίδα πὼς κάποτε θὰ ἐμφανιστεῖ γιὰ νὰ προσφέρει ξανὰ στὴν ἀνθρώπινη ζωὴ τὸ φῶς, τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀθανασία, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξαρχῆς εἶχε πλαστεῖ. Αὐτὴν τὴν ἐπιθυμία ἐξέφρασε ὁ προφήτης Δαυὶδ καὶ ἀναφώνησε στοὺς Ψαλμούς του: «Κύριε, κλῖνον οὐρανοὺς καὶ κατάβηθι».

Μόνον ὅποιος συνειδητοποιήσει αὐτὸ τὸν πόθο τοῦ ἀνθρώπου νὰ ξαναβρεῖ τὸν Θεό, θὰ ἀντιληφθεῖ τὸ μεγάλο θαῦμα ποὺ περιγράφεται στὸ δεύτερο μέρος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Πίσω ἀπὸ τὰ τόσο γνωστὰ σὲ ὅλους μας γεγονότα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, κρύβεται ἡ λύση τῆς ἀνθρώπινης τραγῳδίας. Αὐτὸν ποὺ αἰῶνες ἡ ἀνθρωπότητα προσπάθησε νὰ βρεῖ, Αὐτὸν ποὺ συχνὰ νόμισε πὼς κωφεύει στὶς προσευχές της, Αὐτὸν ποὺ μὲ χίλιους δυὸ τρόπους ἱκέτεψε, ὥστε νὰ ἀποστείλει τὸ ἔλεός Του, γνωρίζουμε πλέον πὼς βρίσκεται ἀνάμεσά μας. Ὁ μακρινὸς Θεὸς ἔγινε ἕνας ἀπό μας, προκειμένου ἐμεῖς νὰ γίνουμε ὅμοιοι μὲ Ἐκεῖνον.

Ἀπόψε, γιὰ μία ἀκόμη φορά, θὰ φανερωθεῖ τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἕνα πρόσωπο ἄπειρης ἀγάπης, τὸ ὁποῖον δὲν δίστασε νὰ ἐνδυθεῖ τὴν τραυματισμένη ἀνθρώπινη σάρκα καὶ νὰ ἐμφανιστεῖ ὡς ὁ ἔσχατος τῶν ἀνθρώπων, γιὰ τὸν ὁποῖον δὲν βρέθηκε οὔτε μία ἀνοιχτή πόρτα νὰ Τὸν φιλοξενήσει κατὰ τὴν ὥρα τῆς γεννήσεώς Του. Ἀπόψε θὰ ἀπαντηθεῖ ξανὰ τὸ μεγάλο ἐρώτημα ὄχι γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ κάνουμε ἀλλὰ γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ γίνουμε, προκειμένου νὰ ἀποκαταστήσουμε τὴν σχέση μὲ τὸν αἰώνιο Δημιουργό μας. Ἀπόψε γνωρίζουμε τὸν ἀνυπερήφανο Θεό, ὅπως τὸν χαρακτηρίζει ὁ Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος, γνωρίζουμε ὅμως καὶ τὴν δική μας αὐθεντικὴ φύση ἡ ὁποία πλάστηκε κατ΄ εἰκόνα Του.

Ναί, ἀδελφοί μου! Ἀποτελοῦμε εἰκόνες ἑνὸς Θεοῦ ἄπειρης ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας καὶ ὁ αὐθεντικὸς τρόπος τῆς ὕπαρξής μας εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτή μας καθιστᾷ συγγενεῖς μὲ τὸ Θεῖο Βρέφος, ποὺ σὲ λίγες ὧρες θὰ γεννηθεῖ. Αὐτή μᾶς ἀνοίγει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς ὥστε νὰ διακρίνουμε τὸν δρόμο πρὸς τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀπόψε ἐγκαινιάζεται. Αὐτὴ μετατρέπει τὴν ψυχή μας σὲ ἀφρᾶτο χῶμα, προκειμένου ὁ σπόρος τῆς Χάριτός Του νὰ ριζώσει καὶ νὰ βλαστήσει.

Ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ μαθητεία καὶ μύηση στὴν ἀγάπη. Μέσα στοὺς κόλπους της μαθαίνουμε γιὰ τὸν τρόπο ποὺ ὁ Θεὸς ἐπέλεξε νὰ μᾶς πλησιάσει, ποθοῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του καὶ γευόμαστε, μέσῳ τῶν Μυστηρίων, τὴν λυτρωτικὴ ἐνέργεια τῆς ἀγάπης Του. Προϋπόθεση λοιπὸν ἀλλὰ καὶ ἀπόδειξη τῆς ἕνωσης τῆς ψυχῆς μας μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τὸν μόνο δρόμο ποὺ εἶναι σὲ θέση νὰ μᾶς ὁδηγήσει ἀπόψε στὴ φάτνη τοῦ νεογέννητου Θεανθρώπου.

Ἂν ρίξουμε μία ματιὰ στὸν κόσμο, τὸν ὁποῖον ἀπόψε ἐπισκέπτεται «ἐξ ὕψους ὁ Σωτὴρ ἡμῶν», θὰ κινδυνέψουμε νὰ βρεθοῦμε σὲ κατάσταση ἀπόλυτης ἀπόγνωσης βλέποντας τὴν φρίκη, τὴν τραγῳδία καὶ τὴν βιαιότητα ποὺ ἔχουν διαποτίσει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Καὶ ἂν θελήσουμε νὰ ἀνακαλύψουμε τὶς αἰτίες γιὰ μία ζωὴ ποὺ καθημερινά μᾶς πληγώνει καὶ μᾶς ἀπειλεῖ, θὰ βροῦμε μόνο μία: τὴν ἄρνηση τοῦ ἀνθρώπου νὰ συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν διπλανό του καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσει σὰν ἀδελφό μας. Εἶναι ἀλήθεια πώς, σὲ ἕναν τέτοιο κόσμο, ἡ ἀγάπη φαίνεται ἀδύνατη. Ἂν ὅμως ἐπιθυμήσουμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ νὰ μοιάσουμε σὲ Αὐτὸν πού, ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης Του, ἔρχεται ξανὰ νὰ ζήσει ἀνάμεσά μας, θὰ δοῦμε τὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεὲμ νὰ μετατρέπεται σὲ πηγὴ δυνάμεως, ἱκανῆς νὰ μᾶς μεταμορφώσει σὲ ἀνθρώπους ἕτοιμους νὰ χωρέσουν στὴν καρδιὰ τους ὅλους τούς ἀνθρώπους.

Ἀδελφοί μου,

Ὁ κόσμος διψάει γιὰ τὴν χαρὰ τῶν Χριστουγέννων. Μὲ ἀγωνία καὶ ἐπιμονὴ θὰ τὴν ἀναζητήσει στὰ δῶρα, στὰ ἐδέσματα καὶ στὰ ἑορταστικὰ ρεβεγιόν. Δυστυχῶς, ἡ χαρὰ τῶν γεύσεων καὶ τῶν ἀγορῶν εἶναι προσωρινὴ καὶ σύντομα θὰ δώσει τὴν θέση της στὴ μελαγχολία τῆς καθημερινότητας. Ἀκόμη καὶ τὰ ἀκριβότερα δῶρα σύντομα θὰ χάσουν τὴν λάμψη καὶ τὴν γοητεία τους.

Ἂν ὅμως τὸ θελήσουμε, μποροῦμε φέτος νὰ προσφέρουμε στὸν ἑαυτό μας τὸ μεγαλύτερο δῶρο. Ποιὸ εἶναι αὐτό; Ἡ ἀπόφασή μας νὰ ἀλλάξουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ μετατραποῦμε σὲ ὑπάρξεις ὅμοιες μὲ Ἐκεῖνον, ὑπάρξεις καταλλαγῆς καὶ συμφιλίωσης μὲ τοὺς ἀδελφούς μας. Μιὰ τέτοια ἀπόφαση θὰ προσφέρει στὴν ψυχή μας ἄρρητη χαρά, σὰν ἐκείνη τοῦ ξενιτεμένου πού, ἐπιτέλους, ἐπιστρέφει στὸ πατρικό του σπίτι. Ἡ ἀγάπη μεταξύ μας θὰ ἀποτελέσει τὴν δική μας ἀνταπόκριση στὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία στὴν γῆ καὶ θὰ μᾶς κάνει ἱκανοὺς νὰ δοξολογήσουμε τὴν μακροθυμία Του καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν δρόμο Τοῦ πρὸς τὴν Βασιλεία τῆς αἰώνιας ἀγάπης Του.

Ἀμήν.

 

Μὲ ὅλη μου τὴν πατρικὴ ἀγάπη,

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ


Εκτύπωση   Email